Super User

Super User

Εκατόν είκοσι επιχειρήσεις έχουν μέχρι στιγμής ολοκληρώσει τη διαδικασία υπαγωγής τους στον Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων (Ν.4469/2017) και οι φάκελοί τους έχουν σταλεί προς τους πιστωτές, ενώ οι αιτήσεις επτακοσίων πενήντα εταιρειών «βρίσκονται σε ώριμο στάδιο» για την ολοκλήρωση της διαδικασίας.
 
«Ευελπιστούμε, μέσα στον Οκτώβριο να έχουμε και τις πρώτες ρυθμίσεις, δηλαδή να καταλήξει η διαδικασία» τόνισε ο ειδικός γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, Φώτης Κουρμούσης, σε εκδήλωση που διοργάνωσαν ο Οργανισμός Διαιτησίας και Διαμεσολάβησης (ΟΔΔΕΕ) του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου και ο Σύνδεσμος Γερμανόγλωσσων Νομικών Βόρειας Ελλάδας, στο «Goethe Institute» στη Θεσσαλονίκη, με θέμα: «Ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων, σε λειτουργία - Πρώτα συμπεράσματα».
 
Ο κ. Κουρμούσης τόνισε ότι η σχετική ηλεκτρονική πλατφόρμα βγήκε στον «αέρα» του διαδικτύου στις 3 Αυγούστου, και μέσα στον μήνα κατατέθηκαν 6.500 αιτήσεις.

Υπογράμμισε ότι «μέχρι τη ψήφιση αυτού του νόμου, δεν μπορούσες να διαπραγματευτείς με το δημόσιο, δεν υπήρχε αυτή η δυνατότητα», όπως αντίθετα συμβαίνει εδώ και δεκαετίες σε πολλές χώρες της Ε.Ε., ενώ πλέον «μπορεί να καθίσει στο ίδιο τραπέζι» η αιτούσα εταιρία, είτε με την εφορία, είτε με το ασφαλιστικό ταμείο, ή και με άλλους πιστωτές, και να συζητήσει μαζί τους ρύθμιση της οφειλής της, και να πετύχει ενδεχομένως και «κούρεμα» σημαντικού ποσού με βάση την «έκθεση βιωσιμότητας» της.
 
«Εγώ δεν θα συνιστούσα να μην υποβάλει ο οφειλέτης τη μελέτη βιωσιμότητας, γιατί αλλιώς βάζεις τους πιστωτές να κάνουν μελέτη και διαπραγματεύεσαι με αυτό που αυτοί θα κάνουν. Δεν το θεωρώ καλή διαπραγματευτική πρακτική» είπε ο κ. Κουρμούσης και συνέχισε: «Εμείς, λέμε (στον αιτούντα) γράψε μέσα στην πλατφόρμα, όχι μόνο τις τρέχουσες οφειλές, αλλά και τι οφειλές θα έχεις σε τρία χρόνια, ώστε να πετύχεις καλύτερο κούρεμα παλιών οφειλών».
 
Σε ερώτηση σχετικά με την εμπιστευτικότητα της διαδικασίας, ο κ. Κουρμούσης τόνισε πως «όλοι οι συμμετέχοντες δεσμεύονται από το απόρρητο, προς τρίτους». Απαντώντας επίσης σε άλλη ερώτηση, διευκρίνισε πως «τα δάνεια με εγγύηση του ελληνικού δημοσίου ρυθμίζονται κανονικά», καθώς, σε αυτό το σημείο «ο νόμος είναι σαφής».

Πηγή: Huffingtonpost.gr 

Mε αφορμή δημοσιεύματα για το ζήτημα της τοποθέτησης κάμερας εξωτερικά της εισόδου διαμερισμάτων σε πολυκατοικίες, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα διευκρίνισε υπό μορφή χρήσιμων ερωταπαντήσεων, τα βασικότερα σημεία τηςΓνωμοδότησης 5/2017.
Σε γενικές γραμμές, σημειώνεται ότι το ζήτημα της χρήσης συστημάτων βιντεοεπιτήρησης σε συγκροτήματα κατοικιών ή γραφείων (π.χ. πολυκατοικίες) για το σκοπό της προστασίας προσώπων και αγαθών ρυθμίζεται με το άρθρο 15 της Οδηγίας 1/2011 της Αρχής. Σε αυτές τις περιπτώσεις απαιτείται πρόβλεψη στον Κανονισμό της πολυκατοικίας ή απόφαση της Γενικής Συνέλευσης και ταυτόχρονα σύμφωνη γνώμη των 2/3 των ενοίκων. Η επιτήρηση πρέπει να περιορίζεται σε κοινόχρηστους χώρους (π.χ. είσοδος πολυκατοικίας) και όχι σε εισόδους διαμερισμάτων.
Επισημαίνεται ότι η πρόσφατη γνωμοδότηση 5/2017 αφορά στο ειδικότερο ζήτημα της τοποθέτησης κάμερας στην είσοδο διαμερίσματος από τον ένοικο του διαμερίσματος.
1) Κατοικώ σε διαμέρισμα σε πολυκατοικία και θέλω να τοποθετήσω κάμερες για λόγους ασφαλείας. Σε ποια σημεία επιτρέπεται; Μπορώ να τοποθετήσω κάμερα που να επιβλέπει το χώρο μπροστά από την εξώπορτά μου;
Α) Μπορείτε να τοποθετήσετε κάμερες που λαμβάνουν εικόνα εντός του διαμερίσματός σας (χωρίς ωστόσο, σε καμία περίπτωση να λαμβάνουν εικόνα εκτός του ιδιωτικού σας χώρου – π.χ. μία κάμερα στο μπαλκόνι που λαμβάνει εικόνα από δημόσιο δρόμο δεν επιτρέπεται).
Β) Μπορείτε να τοποθετήσετε κάμερα που να επιβλέπει τον απολύτως απαραίτητο χώρο της εισόδου σας (π.χ. για να βλέπετε ποιος σας χτυπάει το κουδούνι), χωρίς να γίνεται καταγραφή εικόνας ή ήχου.
Γ) Μπορείτε να τοποθετήσετε κάμερα με καταγραφή εικόνας (σε καμία περίπτωση ήχου) και να θεωρείται ως οικιακή χρήση (οπότε, όπως και στην περίπτωση Β, δεν θα εμπίπτει στη νομοθεσία για τα προσωπικά δεδομένα), όταν είναι τεχνικά εφικτός ο περιορισμός του πεδίου εμβέλειας της κάμερας στον απολύτως απαραίτητο χώρο μπροστά από τη θύρα εισόδου του διαμερίσματός σας, χωρίς να επηρεάζονται σε καμία περίπτωση άλλα διαμερίσματα. Στην περίπτωση αυτή: Γ1) δεν πρέπει να λαμβάνεται εικόνα από λοιπούς κοινόχρηστους χώρους και Γ2) ανάλογα με τη χωροθέτηση των εισόδων των διαμερισμάτων του ορόφου και του ανελκυστήρα, δεν πρέπει να επηρεάζεται (να επιτηρείται, έστω και παρεμπιπτόντως) η είσοδος σε άλλα διαμερίσματα ή η διέλευση προς αυτά.
Στις παραπάνω τρεις περιπτώσεις (Α, Β και Γ) η χρήση των καμερών θεωρείται ως οικιακή και δεν εμπίπτει στη νομοθεσία για τα προσωπικά δεδομένα.
2. Η χωροθέτηση των θυρών των διαμερισμάτων στον όροφο που κατοικώ είναι τέτοια, που κάποιοι ένοικοι ενδέχεται να διέρχονται μπροστά από τη θύρα του διαμερίσματός μου. Πώς μπορώ να τοποθετήσω κάμερα με καταγραφή εικόνας για τον έλεγχο της εισόδου μου;
Στην περίπτωση αυτή, υπάρχουν αυστηρές προϋποθέσεις. Ειδικότερα, θα πρέπει, πριν προχωρήσετε σε εγκατάσταση κάμερας, να λάβετε τη συναίνεση των ενοίκων του ορόφου που διαμένουν στα επηρεαζόμενα διαμερίσματα, αφού τους παρέχετε κάθε σχετική πληροφορία για το πώς προτίθεστε να λειτουργήσετε την κάμερα. Ως επηρεαζόμενα, θεωρούνται κατ’ αρχήν, τα διαμερίσματα που βρίσκονται στον ίδιο όροφο με το δικό σας, εκτός από αυτά στα οποία η προσέλευση, λόγω της χωροθέτησης των θυρών τους, δεν προϋποθέτει διέλευση από τον επιτηρούμενο χώρο της εισόδου του διαμερίσματος σας.
Όταν δεν μπορεί να επιτευχθεί ομοφωνία, θα πρέπει να ακολουθείται, εν μέρει, η διαδικασία του άρ. 15 παρ. 1 της Οδηγίας 1/2011, δηλαδή να υφίσταται προηγούμενη σύμφωνη γνώμη των 2/3 των ενοίκων των επηρεαζόμενων διαμερισμάτων του ορόφου.
Στην ανωτέρω περίπτωση, θεωρείστε «υπεύθυνος επεξεργασίας» για την εγκατάσταση της κάμερας και, επομένως, έχετε όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το ν. 2472/1997 και την οδηγία 1/2011, όπως υποβολή γνωστοποίησης στην Αρχή, ικανοποίηση των δικαιωμάτων ενημέρωσης, πρόσβασης και αντίρρησης των υποκειμένων και τήρησης του απορρήτου και της ασφάλειας της επεξεργασίας.
3. Τι μπορώ να κάνω όταν διαπιστώνω ή υποπτεύομαι παραβίαση της νομοθεσίας;
Χρειάζεται να απευθύνετε τα ερωτήματά σας ή/και τις αντιρρήσεις σας, κατ’ αρχήν προς αυτόν/αυτήν για λογαριασμό του οποίου/της οποίας έχει εγκατασταθεί και λειτουργεί το σύστημα βιντεοεπιτήρησης. Εάν έχετε ασκήσει τα δικαιώματά σας στον «υπεύθυνο επεξεργασίας», μπορείτε να υποβάλλετε καταγγελία στην Αρχή. Επισημαίνεται ότι η Αρχή δεν έχει αρμοδιότητα για τη λειτουργία συστήματος βιντεοεπιτήρησης για οικιακή χρήση (βλ. άρθρο 3 Οδηγίας 1/2011). (dpa.gr)
 
Πηγή: LegalNews24.gr
Γράφει η Δικηγόρος Αθηνών Αναστασία Χρ. Μήλιου
 
Από το 2015 μέχρι τώρα τα ελληνικά δικαστήρια έκριναν παράνομες και καταχρηστικές τις δανειακές συμβάσεις σε αλλοδαπό νόμισμα και ειδικά σε ελβετικό φράγκο σε πρώτο βαθμό.
Αυτό συνέβαινε αφ’ενός διότι αρχικά οποιαδήποτε αγωγή κατατίθετο έπαιρνε μακρινή δικάσιμο εκδίκασης από 8 μήνες ως και χρόνο ενώ επιπλέον υπήρχε το δικαίωμα αναβολής οπότε η δικάσιμος πήγαινε ακόμα πιο μακριά.
Το 2016, η διαδικασία άλλαξε προς το καλύτερο όσον αφορά τις αγωγές αυτές και η συζήτηση της αγωγής έγινε συντομότερη χωρίς να προβλέπεται αναβολή.
Έτσι άρχισαν να εκδίδονται αρκετές αποφάσεις που έκαναν δεκτές τις αγωγές κατά των τραπεζών και δέχονταν ότι έπρεπε να υπολογίζονται τα δάνεια αυτά με την αρχική ισοτιμία, δηλαδή με την ισοτιμία που ίσχυε κατά την ημερομηνία υπογραφής της κάθε σύμβασης.
Με τον τρόπο αυτό ο δανειολήπτης ωφελείται τα μέγιστα από την δανειακή σύμβαση σε σχέση με την τρέχουσα οφειλή του. Το βασικότερο είναι ότι αν έχουμε σταθερή ισοτιμία στην εξόφληση του δανείου μας, αυτομάτως γίνεται σταθερό και το κεφάλαιο που καλούμαστε να εξοφλήσουμε σε ευρώ. Επίσης μας δίνετε η δυνατότητα τα επιπλέον ευρώ που έχουμε καταβάλει όλα τα προηγούμενα χρόνια για την εξόφληση των δόσεων με την τρέχουσα κάθε φορά ισοτιμία,  να μπορούν να συμψηφισθούν στις επόμενες δόσεις μας και έτσι αυτομάτως το άληκτο κεφάλαιο του δανείου μας μειώνεται κατά πολύ.
Τέλος μειώνονται και οι δόσεις που καλούμαστε να καταβάλουμε σε ευρώ καθώς η αρχική ισοτιμία ήταν ευνοϊκή για το ευρώ, σε σχέση με την τωρινή.
Αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω, είναι να μπαινει επιτέλους το συγκεκριμένο δάνειο σε μια σειρά, δηλαδή να είναι πλέον ελέγξιμο και να μπορεί να αποπληρωθεί.
Και τούτο διότι με την ισοτιμία μεταξύ ευρώ και ελβετικού να μεταβάλλεται συνεχώς και με τις συνεχείς ρυθμίσεις μείωσης των δόσεων, οι καταβολές αφορούσαν κυρίως την εξόφληση των τόκων, δηλαδή το κέρδος της τράπεζας και όχι το κεφάλαιο, το οποίο παρέμενε άθικτο, αμείωτο και αυξανόταν κάθε φορά που ισοτιμία μεταβαλλόταν υπέρ του ελβετικού φράγκου.
Οι αποφάσεις που εκδόθηκαν υπέρ των δανειοληπτών δέχθηκαν διαφορετικούς νομικούς λόγους. Αρχικά οι δικαστές υποστήριζαν ότι οι όροι των δανειακών συμβάσεων ήταν ασαφείς και καταχρηστικοί και ως τέτοιοι έπρεπε να κριθούν άκυροι και παράνομοι.
Επίσης δέχονταν ότι οι δανειολήπτες δεν ενημερώθηκαν επαρκώς και με σαφήνεια για τα δάνεια αυτά και τον τρόπο αποπληρωμής τους και ως εκ τούτου οι όροι παρέμεναν ασαφείς και αόριστοι για αυτούς.
Εν συνεχεία ο λόγος αυτός ήρθε να εμπλουτιστεί και να βασιστεί  στις υποχρεώσεις που έχει η κάθε τράπεζα απέναντι στους δανειολήπτες όταν τους ενημερώνει για σύμβαση σε συνάλλαγμα. Στην περίπτωση αυτή ορίζουν τα δικαστήρια, οφείλουν οι τράπεζες να ενημερώνουν με σαφήνεια για τον συναλλαγματικό κίνδυνο, να δίνουν αριθμητικά παραδείγματα, να αποτρέπουν τον δανειολήπτη από την χορήγηση τέτοιου δανείου αν δεν ταιριάζει στο συγκεκριμένο προφίλ επενδυτή και τέλος να του παρέχουν όλα τα μέτρα προστασίας από τον συναλλαγματικό κίνδυνο.
Μέχρι τώρα επομένως το δικαστήριο πατούσε σε αυτά τα δύο επιχειρήματα/νομικούς λόγους για να κάνει δεκτές τις αγωγές.
Η μεγαλύτερη και σημαντικότερη νίκη σε αυτές τις υποθέσεις ήρθε με την αποφαση επί της συλλογικής αγωγής που ασκήθηκε κατά της Eurobank. To δικαστήριο δέχθηκε και τους δύο λόγους και έκρινε ότι τα δάνεια αυτά είναι επενδυτικά και όχι στεγαστικά, άρα οι διατάξεις που τα ρυθμίζουν είναι διαφορετικές, εξειδικευμένες και η τράπεζα υποχρεούται να τις τηρεί. Και επειδή όλοι γνωρίζουμε πώς χορηγούνταν τα δάνεια αυτά, και αν τηρήθηκαν οι οφειλόμενες από την τράπεζα υποχρεώσεις σωστής και πλήρους ενημέρωσης ή όχι, το δικαστήριο δέχθηκε ότι τα δάνεια αυτά πρέπει να υπολογίζονται με βάση την αρχική ισοτιμία.
Αυτά λοιπόν όλα συνέβησαν κατά την εκδίκαση των υποθέσεων σε πρώτο βαθμό, δηλαδή από τα Πολυμελή Πρωτοδικεία της χώρας.
Επί των αποφάσεων αυτών οι τράπεζες ασκούσαν εφέσεις όπως είχαν το δικαίωμα  και ήδη κάποιες εφετειακές αποφάσεις έχουν αρχίσει να εμφανίζονται εντός του 2017.
Πρέπει να τονιστεί ότι κάθε αγωγή εξετάζεται από διαφορετικό δικαστή και η έκβαση της δεν δεσμεύεται από τις προηγούμενες αποφάσεις που έχουν εκδοθεί είτε σε πρώτο είτε σε δεύτερο βαθμό. Απλά, αν έχουν εκδοθεί πολλές αποφάσεις και ειδικά  από ανώτερο δικαστήριο που κάνουν δεκτή την αγωγή, τότε για μας τους δικηγόρους αλλά και τους επόμενες δικαστές είναι ένα πάτημα που μπορούν ΑΝ ΘΕΛΟΥΝ να χρησιμοποιήσουν. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΟ και δεν αποτελεί δεδικασμένο για τους υπόλοιπους.
Τα Εφετεία με την σειρά τους απορρίπτουν τις εφέσεις των τραπεζών και επικυρώνουν τις αποφάσεις των πρωτόδικων δικαστηρίων άρα και τις αγωγές.
Μάλιστα το Εφετείο Αιγαίου ήρθε με την απόφαση του να προσθέσει και ένα ακόμα λόγο ακυρότητας της σύμβασης σε ελβετικό φράγκο αυτή την φορά κατά της ΠΕΙΡΑΙΩΣ. Δέχθηκε λοιπόν το Εφετείο ότι η τράπεζα, έδινε δάνεια σε ένα νόμισμα χωρίς να το διαθέτει και ότι η συναλλαγή ήταν μόνο εικονική και λογιστική και όχι πραγματική. Δηλαδή αποδείχθηκε ότι οι τράπεζες δεν κατείχαν ελβετικά φράγκα και δεν έδιναν δάνεια σε ελβετικά φράγκα. Έδιναν δάνεια σε ευρώ και τα βάπτιζαν δάνεια σε ελβετικό. Αποτέλεσμα; ¨Όλη αυτή η διαφορά της ισοτιμίας να είναι καθαρό αλλά παράνομο κέρδος της τράπεζας.
Αν δεχθούμε επιπλέον ότι οι τράπεζες γνώριζαν από πριν ότι το ελβετικό φράγκο θα μεταβληθεί και να δυναμώσει έναντι του ευρώ, αντιλαμβάνεστε ότι υπάρχει τεράστια απάτη έναντι των δανειοληπτών, που αδαείς έσπευσαν να δανειστούν σε ελβετικό λόγω του ευνοϊκού επιτοκίου.
Ευχή όλων μας είναι να συνεχιστούν οι θετικές αποφάσεις των δικαστηρίων για το θέμα αυτό. Έργο δικό μας να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια  για να κάνουμε πιο εύκολο το έργο των δικαστών. Έργο δικό σας να ενημερώνεστε για τα δικαιώματά σας έναντι των τραπεζών και αν έχετε την δυνατότητα να μάχεστε ώστε να μην χάνετε τις πιθανότητες και τις δυνατότητες που έχετε για να δικαιωθείτε.
 
Πηγή: LegalNews24.gr
Από αναφορές πολιτών που προσέφυγαν στο Συνήγορο του Πολίτη, διαπιστώθηκε ότι οι ∆ΟΥ δεν εφαρµόζουν τις προβλέψεις των εγκυκλίων ΠΟΛ 1133 και 1147 του 2015, σύµφωνα µε τις οποίες δεν υποχρεούται σε καταβολή τελών κυκλοφορίας ο ιδιοκτήτης οχήµατος, εφόσον διαπιστωθεί µε δικαστική απόφαση ότι έχει πωλήσει ή διαθέσει το όχηµά του και ο νέος κάτοχος παρέλειψε να ολοκληρώσει τις διαδικασίες της µεταβίβασης και να εκδώσει νέα άδεια κυκλοφορίας στο όνοµά του. Ο Συνήγορος, µε έγγραφά του προς τις εµπλεκόµενες ∆.Ο.Υ., την Ανεξάρτητη Αρχή ∆ηµοσίων Εσόδων (Α.Α.∆.Ε.) και το Υπουργείο Μεταφορών, επεσήµανε το πρόβληµα που αντιµετωπίζουν οι πολίτες, οι οποίοι εξακολουθούν να βαρύνονται µε τέλη κυκλοφορίας επί οχηµάτων, τη φυσική κατοχή των οποίων δεν έχουν, παρά το ότι το γεγονός αυτό έχει κριθεί τελεσίδικα από τα δικαστήρια. Εντέλει, στη 1 Σεπτεµβρίου 2017 η Α.Α.∆.Ε. εξέδωσε την εγκύκλιο ΠΟΛ 1136, στην οποία προβλέπεται, µεταξύ άλλων, ότι µε την τελεσιδικία της δικαστικής απόφασης, θα µπορεί ο πωλητής να υποβάλλει αίτηση στην αρµόδια ∆.Ο.Υ. για διαγραφή από τον ΑΦΜ του, των βεβαιωµένων τελών κυκλοφορίας και των σχετικών προστίµων, από την ηµεροµηνία που, σύµφωνα µε την απόφαση, διαπιστώνεται το γεγονός της πώλησης του οχήµατος στο νέο κάτοχο-αγοραστή, έως τη θέση αυτού σε αναγκαστική ακινησία. Η ∆ΟΥ, κατόπιν φορολογικής ταυτοποίησης του αγοραστή, θα επιβάλλει τα τέλη στον ΑΦΜ του. Ο Συνήγορος εκφράζει την ικανοποίησή του για τις ενέργειες αυτές που επιλύουν το πρόβληµα σηµαντικού αριθµού πολιτών. (Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη: Ευανθία Σαββίδη Ειδική επιστήµονας: Μαρία Καραγεώργου)
 
 
Πηγή: LegalNews24.gr
Γράφει η δικηγόρος Αθηνών Αναστασία Χρ. Μήλιου
 
Δεκτή έγινε αγωγή κατά ασφαλιστικής εταιρείας σχετικά με τον τραυματισμό μοτοσικλετιστή από διερχόμενο αυτοκίνητο που παραβίασε την πινακίδα ΣΤΟΠ που είχε στην πορεία του.  Ο μοτοσικλετιστής που φορούσε κράνος και εκινείτο σύννομα και με χαμηλή ταχύτητα, τραυματίστηκε  και στα δύο άνω άκρα με αποτέλεσμα να είναι ανίκανος προς εργασία για διάστημα τουλάχιστον δύο μηνών.
 
Η εργασία του μοτοσικλετιστή ήταν σερβιτόρος σε ξενοδοχείο πέντε αστέρων την καλοκαιρινή σεζόν και σε ταβέρνα με μερική απασχόληση τους υπόλοιπους μήνες.
 
Από την εργασία του αυτή εκτός από τους μισθούς του, αποκέρδαινε και φιλοδωρήματα, που αύξαναν σημαντικά τα εισοδήματά του, χωρίς όμως αυτά να αποδεικνύονται.
 
Ο τραυματισμός στα δύο άνω άκρα του, στέρησε από τον ενάγοντα την δυνατότητα να εργαστεί στην ταβέρνα για ένα μήνα τουλάχιστον και για έναν ακόμα μήνα στο πεντάστερο ξενοδοχείο που κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων όπως και τα δύο προηγούμενα έτη θα προσλαμβανόταν με 8ώρη καθημερινή απασχόληση.
 
Τελικά μετά από μερική αποκατάσταση της υγείας του και προκειμένου να μην χάσει τελείως την σεζόν αλλά κυρίως τις διασυνδέσεις του με τους εργοδότες του ξενοδοχείου και μείνει άνεργος, προσελήφθη ένα μήνα μετά την έναρξη της τουριστικής σεζόν με πλήρες ωράριο από το ξενοδοχείο.
 
Επειδή όμως το επάγγελμα του σερβιτόρου είναι απαιτητικό, καταπονεί συνεχώς τα χέρια και έχει ορθοστασία για πολλές ώρες, η κατάσταση της υγείας των χεριών του ενάγοντος παρουσίασε επιδείνωση με αποτέλεσμα να χρειαστεί να μειώσει τις ώρες εργασίας του από 8 (στην πραγματικότητα 10) σε 4 ώρες την ημέρα. Το γεγονός αυτό, εκτός από την μείωση του σταθερού μισθού του προκάλεσε και μείωση των φιλοδωρημάτων που λάμβανε από τους πελάτες του ξενοδοχείου.
 
Τα πραγματικά αυτά περιστατικά έκανε δεκτά στο μεγαλύτερο μέρος τους το δικάσαν δικαστήριο που επιδίκασε για διαφυγόντα κέρδη στον ενάγοντα σχεδόν 6000 ευρώ από τα 8.000 που αιτήθηκε με την αγωγή του. Στα ποσά αυτά συμπεριλαμβάνονταν και τα φιλοδωρήματα, που το δικαστήριο δέχθηκε ότι ελάμβανε ο ενάγων κατά την εργασία του και του τα επιδίκασε.
 
Επίσης το δικαστήριο δέχθηκε και του επιδίκασε αποζημίωση για τις υπηρεσίες της μητέρας του προς αυτόν καθ’όλο το διάστημα που ήταν ανίκανος να αυτοεξυπηρετείται, ποσού 300 ευρώ μηνιαίως και επίσης επιπλέον κονδύλιο για λήψη βελτιωμένης διατροφής ποσού 5 ευρώ το μήνα για ενάμιση περίπου μήνα.
 
Τα ποσά αυτά  επιδικάζονται μόνο εφόσον αιτηθούν με δικόγραφο αγωγής και με σωστή διατύπωση ώστε να είναι ορισμένα και σαφή. Διαφορετικά το δικαστήριο τα απορρίπτει και δεν προχωρεί στην επιδίκαση τους.
 
Στην συγκεκριμένη δε περίπτωση, η ασφαλιστική εταιρεία η οποία αναγνώρισε την αποκλειστική υπαιτιότητα του ζημιογόνου οχήματος που ήταν ασφαλισμένο σε αυτήν, πρότεινε εξωδικαστική αποζημίωση ποσού 8.000 ευρώ. Με την αγωγή που άσκησε ο παθών κέρδισε τελικά το ποσό των 18.000 ευρώ, ενώ 8.000 ευρώ του επιδικάσθηκαν μόνο για την ηθική του βλάβη.
 
ΑΠ 1397/2016 (ποιν.): Παραγραφή ποινών που δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες διάρκειας μέχρι 6 μηνών σύμφωνα με το Ν.4411/2016. Η ποινή που επιβλήθηκε στον αναιρεσείοντα για κάθε πράξη δεν υπερβαίνει τους 6 μήνες και δεν έχει καταστεί αμετάκλητη. Η υπόθεση έπρεπε να τεθεί στο αρχείο. Απαράδεκτη η συζήτηση της αναίρεσης.
 
«Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 9 του Ν.4411/2016, 2 και 14 του Π.Κ. και 568 του ΚΠοινΔ προκύπτει ότι οι στερητικές της ελευθερίας ποινές διαρκείας μέχρι έξι μηνών που έχουν επιβληθεί μέχρι τη δημοσίευση του άνω νόμου (3-8-2016) εφόσον δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες και δεν έχουν μέχρι την ως άνω χρονολογία εκτιθεί παραγράφονται και δεν εκτελούνται, υπό τον όρο ότι ο καταδικασθείς δεν θα τελέσει μέσα σε δύο έτη από τη δημοσίευση του νόμου αυτού νέα από δόλο αξιόποινη πράξη, για την οποία θα καταδικασθεί αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι μηνών, ενώ οι μη εκτελεσθείσες κατά την παρ. 1 (του άνω άρθρου) αποφάσεις τίθενται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου Εισαγγελέα ή δημόσιου κατήγορου κατά περίπτωση. Εξαιρούνται των άνω ρυθμίσεων αποφάσεις που αφορούν παραβάσεις των άρθρων 81Α, 235, 236, 237, 242, 256, 258, 259, 358 και 390 Π.Κ. καθώς και των νόμων 927/1979 και 3304/2005.
 
Εξάλλου, από τις ίδιες ως άνω διατάξεις σαφώς προκύπτει ότι αυτές, σύμφωνα και με την από το άρθρο 94 παρ. 3 του Π.Κ. καθιερωθείσα αρχή της αυτοτέλειας των ποινών που έχουν συνεπιμετρηθεί στη συνολική ποινή, αναφέρονται στις επί μέρους ποινές, έστω και αν έχουν συνεπιμετρηθεί στη συνολική ποινή.
 
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη με αριθμό 2650/15-12-2015 απόφασή του, το Τριμελές Πλημ/κείο Χανίων που δίκασε σε δεύτερο βαθμό κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα των παραβάσεων του άρθρου 314 παρ. 1α ΠΚ και 315 παρ.1β, 290 παρ. 1 Π.Κ. και τον καταδίκασε σε ποινή φυλακίσεως 6 μηνών για κάθε πράξη.Συνεπώς, αφού η ποινή που επιβλήθηκε στον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο για κάθε πράξη δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες και δεν έχει καταστεί αμετάκλητη, ούτε προκύπτει ότι έχει εκτιθεί, δεν μπορεί να εκδικαστεί η προκειμένη αίτηση αναιρέσεως με τα σημερινά δεδομένα, γιατί η υπόθεση έπρεπε κατά νόμο να τεθεί στο αρχείο από τον αρμόδιο Εισαγγελέα, δεδομένου ότι δεν υπάγεται σε κάποια από τις εξαιρέσεις που αναφέρονται παραπάνω και πρέπει η συζήτηση αυτής να κηρυχθεί απαράδεκτη. Διαφορετική αντιμετώπιση του ζητήματος τούτου θα προσέκρουε στο άρθρο 2 παρ. 1 του ΠΚ και 470 ΚΠΔ». (areiospagos.gr)
 
∆ικαιούχοι τραπεζικών λογαριασµών που δηλώθηκαν στο TAXIS ως προστατευόµενοι από κατάσχεση, µέχρι του ορίου των 1.250 ευρώ, ζήτησαν τη διαµεσολάβηση του Συνηγόρου του Πολίτη καθώς, αφού το ∆ηµόσιο ή άλλο δηµόσιο νοµικό πρόσωπο κοινοποίησε γι’ αυτούς κατασχετήριο στα χέρια της αντίστοιχης τράπεζας ως τρίτης:
 
• δεν έχουν ελεύθερη πρόσβαση στα ποσά έως τα 1.250 ευρώ µέσω ΑΤΜ, και µπορούν να κάνουν αναλήψεις µόνο στο ταµείο της τράπεζας,
• αδυνατούν να χρησιµοποιήσουν χρεωστικές κάρτες συνδεόµενες µε τους λογαριασµούς αυτούς, ενώ και οι συνδεδεµένες πάγιες εντολές παύουν να είναι ενεργές,
• δεν µπορούν να προβούν σε ηλεκτρονικές συναλλαγές (web banking) µέσω των λογαριασµών αυτών.
 
Ο Συνήγορος, µε έγγραφό του προς όλους τους συναρµόδιους φορείς τόσο της Πολιτείας όσο και του τραπεζικού συστήµατος, επεσήµανε ότι η ενέργεια αυτή των πιστωτικών ιδρυµάτων έχει σηµαντικές αρνητικές επιπτώσεις για τους φορολογούµενους, καθώς:
 
• η αδυναµία χρήσης καρτών και web banking, υπονοµεύει την δυνατότητα µείωσης φόρου λόγω πραγµατοποίησης ηλεκτρονικών συναλλαγών («χτίσιµο» του αφορολόγητου)
• η απενεργοποίηση των πάγιων εντολών µπορεί να οδηγήσει σε απώλειες ρυθµίσεων οφειλών
• η υποχρέωση του κάθε δικαιούχου να παρίσταται προσωπικά ενώπιον του πιστωτικού ιδρύµατος για να πραγµατοποιεί αναλήψεις των επιτρεπόµενων ποσών, επιβαρύνει µια µεγάλη κατηγορία δικαιούχων (ηλικιωµένων, αναπήρων, ασθενών κλπ) στους οποίους η εν λόγω αυτοπρόσωπη παρουσία είναι εξαιρετικά δυσχερής
 
Η Ελληνική Ένωση Τραπεζών, µε έγγραφο που απέστειλε στο Συνήγορο στα τέλη Ιουνίου 2017, απάντησε ότι για τρεις από τις έξι τράπεζες-µέλη της που δραστηριοποιούνται στη λιανική τραπεζική δεν υφίσταται πλέον θέµα παρακώλυσης χρήσης και ότι οι υπόλοιπες είχαν ήδη δροµολογήσει την ανάπτυξη των αναγκαίων µηχανογραφικών εφαρµογών.
 
Σε συνέχεια δε του εγγράφου αυτού, ο Συνήγορος έλαβε στις αρχές Αυγούστου 2017 νεότερη ενηµέρωση από την Ένωση ότι ολοκληρώθηκαν οι απαιτούµενες µηχανογραφικές προσαρµογές σε δύο ακόµη συστηµικά σηµαντικές τράπεζες-µέλη της και αποµένει να επιβεβαιώσει αντίστοιχη εξέλιξη µόνο µία τράπεζα-µέλος της, υποκατάστηµα αλλοδαπού πιστωτικού ιδρύµατος. Ο Συνήγορος εκφράζει την ικανοποίησή του για τις ενέργειες αυτές και αναµένει την απελευθέρωση των εν λόγω συναλλαγών το ταχύτερο δυνατόν. (Βοηθοί Συνήγοροι του Πολίτη: Ευανθία Σαββίδη, Χρήστος Α. Ιωάννου Ειδικοί επιστήµονες: Μαρία Καραγεώργου, Χαράλαµπος Παπαδόπουλος).
 
Δείτε το Έγγραφο ΣτΠ 
Δείτε την Επιστολή Ε.Ε.Τ 
 
Άρειος Πάγος, αρ. απόφασης 982/2017 (πολ.): Απόλυση υπαλλήλων. Ο εργοδότης, που επικαλείται το κύρος της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας, φέρει το βάρος της απόδειξης όχι μόνο της τήρησης του έγγραφου τύπου, αλλά και της παράδοσης του εγγράφου, που συνέταξε, στα χέρια του εργαζόμενου. Η με οποιοδήποτε τρόπο γνώση της σχετικής βούλησης του εργοδότη εκ μέρους του εργαζόμενου δεν αρκεί.
 
«Σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ.3 εδ. α' του ν. 3198/1955 (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ.4 του ν. 2556/1997), η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου, που πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού και των άρθρων 1 και 3 του ν. 2112/1920 και 669 παρ.2 ΑΚ, θεωρείται έγκυρη εφ' όσον έχει γίνει εγγράφως, έχει καταβληθεί η οφειλόμενη αποζημίωση και έχει καταχωρηθεί η απασχόληση του απολυόμενου στα τηρούμενα για το ΙΚΑ μισθολόγια ή αυτός έχει ασφαλισθεί.
 
Ακόμη, όμως, και αν τηρηθεί ο έγγραφος τύπος (ΑΚ 159 παρ.1), η καταγγελία, ως μονομερής δήλωση του εργοδότη που απευθύνεται στον εργαζόμενο και άγει στη λύση της συμβάσεως εργασίας, επάγει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα μόνο μετά την περιέλευσή της στο πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται (ΑΚ 167). Και εφ' όσον πρόκειται για τυπική δήλωση, για την περιέλευση απαιτείται και αρκεί η εγχείριση του εγγράφου, που την περιέχει, στο πρόσωπο, στο οποίο αφορά. Η πραγματική γνώση του περιεχομένου του εγγράφου είναι νομικώς αδιάφορη.
 
Ως εκ τούτου, ο εργοδότης, που επικαλείται το κύρος της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας, φέρει το βάρος της απόδειξης όχι μόνο της τήρησης του έγγραφου τύπου, αλλά και της παράδοσης του εγγράφου, που συνέταξε, στα χέρια του εργαζόμενου (ή της νομότυπης επίδοσής του, όταν η φυσική εγχείριση δεν είναι εφικτή). Οπότε, η τυχόν αμφιβολία ως προς την εγχείριση του εγγράφου θα πλήξει αυτόν τον ίδιο και δεν μπορεί να αρθεί από την εξ άλλων αποδεικτικών στοιχείων συναγωγή του συμπεράσματος ότι, ακόμη και αν δεν εγχειρίσθηκε το έγγραφο της καταγγελίας στον εργαζόμενο, αυτός έλαβε γνώση του περιεχομένου του με άλλο τρόπο.
 
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλομένης αποφάσεως, το Μονομελές Εφετείο Αθηνών δέχθηκε τα εξής ουσιώδη: Ότι η εναγομένη, τότε εκκαλούσα και ήδη αναιρεσίβλητη ανώνυμη εταιρία, δραστηριοποιείται στο χώρο της εμπορίας φαρμακευτικών σκευασμάτων και αναλώσιμου υγειονομικού υλικού. Ότι για να προωθήσει τις πωλήσεις της, την 10-10-2011, είχε προσλάβει τους ενάγοντες, τότε εφεσίβλητους και ήδη αναιρεσείοντες, τον καθένα με ατομική σύμβαση παροχής εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, προκειμένου να απασχοληθούν ως ιατρικοί επισκέπτες (με τους ειδικότερους όρους, που αναφέρονται στην απόφαση, αλλά δεν ενδιαφέρουν ενταύθα).
 
Ότι, την 31-1-2012, η εναγομένη κατέθεσε στο αρμόδιο γραφείο του ΟΑΕΔ τις από 25-1-2012 γραπτές καταγγελίες των συμβάσεων εργασίας των εναγόντων. Ότι η εναγομένη "γνωστοποίησε αμέσως" στους ενάγοντες την καταγγελία στην οποία είχε προβεί. Ότι η εκ μέρους των εναγόντων άμεση γνώση της καταγγελίας συνάγεται από το γεγονός ότι αυτοί, όταν υπέβαλαν προς τον ΟΑΕΔ τις από 5-4-2012 και 6-4-2012 αιτήσεις, αντιστοίχως, για να χορηγηθεί στον καθένα το προβλεπόμενο επίδομα ανεργίας, ανέφεραν ως χρόνο απόλυσής τους την 25-1-2012. Ότι, ως εκ τούτου, είναι αβάσιμος ο ισχυρισμός τους ότι έλαβαν γνώση της καταγγελίας την 30-3-2012.
 
Σύμφωνα με τις παραδοχές αυτές, το μονομελές εφετείο έκρινε ότι οι ενάγοντες είχαν απολυθεί εγκύρως την 25-1-2012 και ότι όλα τα κεφάλαια ή κονδύλια της ένδικης αγωγής, τα οποία συνδέονταν με την ακυρότητα της εν λόγω καταγγελίας, ως μηδέποτε εγχειρισθείσας ή επιδοθείσας προς αυτούς, είναι αβάσιμα. Κατόπιν αυτού, εξαφάνισε την τότε εκκαλουμένη 1214/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (που είχε δεχθεί ότι, αληθώς, η καταγγελία είχε συντελεσθεί την 30-3-2012, όταν οι ενάγοντες για πρώτη φορά έλαβαν γνώση της δήλωσης της εναγομένης να τους απολύσει, με την προς αυτούς επίδοση και εγχείριση (30-3-2012) εξώδικης απάντησης της εναγομένης σε προηγηθείσα δική τους εξώδικη δήλωση παραπόνων) και απέρριψε την αγωγή στο σύνολό της ως αβάσιμη.
 
Με την κρίση αυτή, το μονομελές εφετείο παραβίασε ευθέως και εκ πλαγίου τις ουσιαστικές διατάξεις που διέπουν την άσκηση του δικαιώματος καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας εκ μέρους του εργοδότη και, ειδικότερα, αυτή του άρθρου 167 ΑΚ, διότι α) έκρινε ότι για την ολοκλήρωση της καταγγελίας είναι αρκετή η με οποιοδήποτε τρόπο γνώση της σχετικής βούλησης του εργοδότη εκ μέρους του εργαζόμενου, ενώ αληθώς απαιτείται να περιέλθει το έγγραφο της καταγγελίας, ήτοι η περί αυτής γραπτή δήλωση του πρώτου στο δεύτερο και β) διέλαβε ασαφώς ότι η καταγγελία "γνωστοποιήθηκε αμέσως" στους εργαζόμενους, χωρίς να προσδιορίσει αν η γνωστοποίηση αυτή υπήρξε άτυπη και, κατά συνέπεια, αλυσιτελής ή αν ήταν αποτέλεσμα εγχειρίσεως του σχετικού εγγράφου στους ενδιαφερόμενους. Επομένως, οι πρώτος και δεύτερος από τους λόγους της αιτήσεως, με τους οποίους επισημαίνονται οι παραβιάσεις αυτές και προσάπτονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι αναιρετικές πλημμέλειες του άρθρου 559 αρ.1 και 19 ΚΠολΔ, είναι βάσιμοι.
 
Σύμφωνα με τις σκέψεις αυτές, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση ως προς το κεφάλαιο με το οποίο, κατά παραδοχή της εφέσεως της τότε εκκαλούσας και ήδη αναιρεσίβλητης, εξαφανίσθηκε η τότε εκκαλουμένη απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου και απορρίφθηκε η ένδικη αγωγή και να παραπεμφθεί η υπόθεση ως προς το αναιρούμενο μέρος προς περαιτέρω εκδίκαση ενώπιον του ιδίου δικαστηρίου, συγκροτούμενου από άλλο δικαστή (ΚΠολΔ 580 παρ.3). Η έρευνα των υπολοίπων λόγων της αιτήσεως αποβαίνει περιττή. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, που κατέθεσαν προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα αυτών (ΚΠολΔ 176, 183 και 191 παρ.2)».
 
(areiospagos.gr)
 

Το  Ευρωπαικό Δικαστήριο αποφάνθηκε σήμερα πως, όταν ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα χορηγεί δάνειο σε ξένο νόμισμα, πρέπει να παρέχει στον δανειολήπτη επαρκή πληροφόρηση ώστε αυτός να είναι σε θέση να λάβει συνετή και εμπεριστατωμένη απόφαση.

Η απόφαση εκδόθηκε με αφορμή το ότι κατά τα έτη 2007 και 2008, ρουμανικές τράπεζες συνήψαν δανειακές συμβάσεις σε ελβετικό φραγκο, για την απόκτηση - από ιδιώτες - ακινήτων, την αναχρηματοδότηση άλλων δανείων ή την κάλυψη προσωπικών αναγκών.  

Βάσει των συμβάσεων δανείου, οι δανειολήπτες υποχρεούνταν να εξοφλούν τις μηνιαίες δόσεις του δανείου σε ελβετικά φράγκα, και δέχθηκαν να αναλάβουν τον κίνδυνο που αφορούσε τις ενδεχόμενες διακυμάνσεις της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ρουμανικού λέι έναντι του ελβετικού φράγκου.

Εν συνεχεία, η συναλλαγματική ισοτιμία μεταβλήθηκε σημαντικά εις βάρος των δανειοληπτών. Οι τελευταίοι προσέφυγαν στα ρουμανικά δικαστήρια ζητώντας τους να κρίνουν ότι η ρήτρα κατά την οποία το δάνειο πρέπει να εξοφληθεί σε ελβετικά φράγκα χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ζημία την οποία ενδέχεται να υποστούν οι δανειολήπτες λόγω του συναλλαγματικού κινδύνου συνιστά καταχρηστική ρήτρα η οποία δεν τους δεσμεύει, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα σε οδηγία της ΕΕ.

Οι δανειολήπτες επισημαίνουν, μεταξύ άλλων, ότι, κατά τη σύναψη των συμβάσεων, η τράπεζα παρουσίασε το προϊόν της κατά τρόπο μεροληπτικό, υπερτονίζοντας τα οφέλη που οι δανειολήπτες μπορούσαν να αντλήσουν από αυτό, χωρίς ωστόσο να επισημάνει τους δυνητικούς κινδύνους,  καθώς και την πιθανότητα επελεύσεώς τους. Κατά τους δανειολήπτες, η επίδικη ρήτρα πρέπει, υπό το πρίσμα της εν λόγω πρακτικής της τράπεζας, να κριθεί καταχρηστική.  

Στο πλαίσιο αυτό, το Curtea de Appel Oradea (εφετείο Οradea, Ρουμανία) υπέβαλε προδικαστικό ερώτημα στο Ευρωπαικό Δικαστήριο σχετικά με την έκταση της υποχρεώσεως των τραπεζών να ενημερώνουν τους πελάτες τους για τον συναλλαγματικό κίνδυνο σχετικά με τα δάνεια σε ξένο νόμισμα.

Με τη σημερινή απόφασή του, το Ευρωδικαστήριο διαπιστώνει ότι η επίδικη ρήτρα αποτελεί στοιχείο της κύριας παροχής της συμβάσεως δανείου, με αποτέλεσμα ο καταχρηστικός της χαρακτήρας να μπορεί να εξετασθεί υπό το πρίσμα της οδηγίας μόνο στην περίπτωση που δεν διατυπώθηκε κατά σαφή και κατανοητό τρόπο.

Κατά το Ευρωπαικό Δικαστήριο το ζήτημα αυτό πρέπει να εξετασθεί από το ρουμανικό δικαστήριο λαμβανομένων υπόψη όλων των κρίσιμων πραγματικών στοιχείων, στα οποία συγκαταλέγονται η διαφήμιση και η πληροφόρηση που παρέχει ο δανειστής στο πλαίσιο της διαπραγματεύσεως συμβάσεως δανείου.  

Ειδικότερα, αναφέρει στη σημερινή απόφασή του το Ευρωπαικό Δικαστήριο, «στον εθνικό δικαστή εναπόκειται να διερευνήσει εάν ο καταναλωτής πληροφορήθηκε όλα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την έκταση της δεσμεύσεως που αναλάμβανε και τα οποία του επιτρέπουν να υπολογίσει το συνολικό κόστος του δανείου του.».

Στο πλαίσιο αυτό, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο διευκρινίζει ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πρέπει να παρέχουν στους δανειολήπτες επαρκή πληροφόρηση ώστε αυτοί να είναι σε θέση να λαμβάνουν συνετές και εμπεριστατωμένες αποφάσεις.

Επομένως, οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να αφορούν όχι μόνο την πιθανότητα ανατιμήσεως ή υποτιμήσεως του νομίσματος στο οποίο συνομολογήθηκε το δάνειο, αλλά και τις επιπτώσεις που θα είχαν στις δόσεις του δανείου οι διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών και ανατιμήσεως του νομίσματος στο οποίο συνομολογήθηκε το δάνειο.  

Κατά συνέπεια, καταλήγει το ευρωδικαστήριο «αφενός, ο δανειολήπτης πρέπει να ενημερώνεται σαφώς για το ότι, συνάπτοντας σύμβαση δανείου σε ξένο νόμισμα, εκτίθεται σε ορισμένο συναλλαγματικό κίνδυνο στον οποίο ενδέχεται να δυσκολευτεί οικονομικά να αντεπεξέλθει σε περίπτωση υποτιμήσεως του νομίσματος στο οποίο λαμβάνει τα εισοδήματά του.

Αφετέρου, η τράπεζα πρέπει να εκθέτει τις δυνητικές διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών και τους κινδύνους που ενέχει η σύναψη δανείου σε ξένο νόμισμα, ιδίως στην περίπτωση που ο δανειολήπτης δεν λαμβάνει τα εισοδήματά του στο εν λόγω ξένο νόμισμα».

Τέλος, το Ευρωπαικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι, στην περίπτωση που η τράπεζα δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της και, επομένως, δύναται να εξεταστεί ο καταχρηστικός χαρακτήρας της επίδικης ρήτρας, στον εθνικό δικαστή εναπόκειται να αξιολογήσει, αφενός, την ενδεχόμενη μη συμμόρφωση με την απαίτηση περί καλής πίστης και, αφετέρου, την ύπαρξη ενδεχόμενης σημαντικής ανισορροπίας μεταξύ των συμβαλλομένων.

Πηγή: www.iefimerida.gr

ΑΠΟΦΑΣΗ: 16/ΤΠ/2017 ΠΟΛΥΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΒΕΡΟΙΑΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ: Λάζαρος Θ. Κουμπουλίδης

Δεκτή η αγωγή των εναγόντων. Καταχρηστικός ο όρος της σύμβασης, σύμφωνα με τον οποίο οι καταβολές θα γίνονται είτε σε ευρώ είτε σε ελβετικά φράγκα (CHF) με βάση την τρέχουσα τιμή πωλήσεως από την τράπεζα του οικείου συναλλάγματος σύμφωνα με τα ισχύοντα στη διατραπεζική αγορά, και ως εκ τούτου άκυρος, με συνέπεια οι καταβολές, που οι ενάγοντες πραγματοποιούν σε ευρώ προς εκπλήρωση των απορρεουσών από τη σύμβαση υποχρεώσεών τους, να πρέπει να υπολογίζονται από την εναγόμενη τράπεζα σε ελβετικά φράγκα, με βάση τη μεταξύ των δύο νομισμάτων συναλλαγματική ισοτιμία (1,65), που ίσχυε κατά την ημέρα εκταμίευσης του δανείου.

Επισυνάπτεται το κείμενο της απόφασης.

Επικοινωνήστε μαζί μας

Η έγκαιρη και έγκυρη νομική βοήθεια αποφέρει τα ίδια αποτελέσματα με την αντίστοιχη ιατρική βοήθεια: Μπορεί να σας διαφυλάξει από δυσάρεστες καταστάσεις και διόγκωση του προβλήματος σας.
Στο σταθερό και κινητό τηλέφωνο ή στο e-mail είμαστε στη διάθεσή σας να μοιραστούμε το ζήτημα σας, παρέχοντας την κατάλληλη νομική υποστήριξη με έμπειρους και εξειδικευμένους συνεργάτες.
Στείλτε μας ένα email με συνοπτική περιγραφή της υπόθεσης σας και θα λάβετε απάντηση από το συνεργάτη που θα αναλάβει τη διεκπεραίωσή της.